ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ – ΕΞΩΚΛΗΣΙΑ

Η Εκκλησία αρχικά είχε την έννοια της συνέλευσης. Στην Αρχαία Αθήνα υπήρχε η Εκκλησία του δήμου, αντίστοιχη με την σπαρτιατική Απέλλα, όπου οι πολίτες, οι κάτοικοι της πόλης που είχαν πολιτικά δικαιώματα, συγκεντρώνονταν και έκαναν συνέλευση για να πάρουν αποφάσεις για την πόλη. Επίσης, στην αρχαιότητα ο όρος εκκλησία περιέγραφε την συνάθροιση του συνόλου του στρατού για να γίνει κάποια ανακοίνωση ή σύσκεψη. Στη συνέχεια με τον όρο εκκλησία περιγράφεται το σύνολο των χριστιανών.

Στα νεότερα χρόνια, ο όρος εκκλησία περιγράφει επίσης την αυτοκέφαλη εκκλησιαστική εξουσία που μπορεί να υπάρχει σε μία χώρα, βλέπε για παράδειγμα Εκκλησία της Ελλάδας, αλλά και τον χριστιανικό ναό. Ακόμη, με τον όρο εκκλησία περιγράφεται η εκκλησιαστική ακολουθία που τελείται σε ένα ναό.

Η λέξη Eκκλησία έχει συνεχή χρήση στην ελληνική γλώσσα από την αρχαιότητα. Ετυμολογείται από το ρήμα εκ-καλώ, με χρήση του θέματος από το επίθετο έκκλητ-ος. Εκκαλώ σήμαινε προσκαλώ άτομα εκ (από) του συνόλου να σχηματίσουν ομάδα. Αποτέλεσμα αυτής της έκ-κλησης ο σχηματισμός σύναξης, συνέλευσης. Με τη λέξη Εκκλησία περιγράφεται τόσο η διαδικασία της συνέλευσης, όσο και το αποτέλεσμά της.

Ο όρος Εκκλησία στην αρχαιότητα

Η Εκκλησία του Δήμου ήταν η βασική δημοκρατική συνέλευση στην αρχαία Αθήνα. Ήταν ανοιχτή σε όλους τους άρρενες πολίτες (που είχαν πολιτικά δικαιώματα) με ηλικία μεγαλύτερη των 18 ετών, και καθιερώθηκε από τον Σόλωνα το 594 π.Χ.. Η συνέλευση ήταν αρμόδια για γενικά θέματα της πόλης, αλλά και για την κήρυξη του πολέμου, τις επιλογές στρατιωτικής στρατηγικής, και για την εκλογή στρατηγών και άλλων ανώτερων αξιωματούχων. Η ημερήσια διάταξη για την εκκλησία του δήμου γινόταν από την Βουλή. Οι ψηφοφορίες γινόντουσαν με ανάταση του χεριού.

Στην Αρχαία Ελλάδα πολλές φορές ο όρος εκκλησία περιέγραφε την συνάθροιση του συνόλου του στρατού για να γίνει κάποια ανακοίνωση ή σύσκεψη για να βγουν κάποιες αποφάσεις. Συναντούμε αυτή την χρήση του όρου πολλές φορές στην αρχαία ελληνική γραμματεία.

Απόσπασμα από το έργο του Ξενοφώντα Κύρου Ανάβασις (Βιβλίο Α’, 4.12):
Κῦρος μεταπεμψάμενος τοὺς στρατηγοὺς τῶν Ἑλλήνων ἔλεγεν ὅτι ἡ ὁδὸς ἔσοιτο πρὸς βασιλέα μέγαν εἰς Βαβυλῶνα· καὶ κελεύει αὐτοὺς λέγειν ταῦτα τοῖς στρατιώταις καὶ ἀναπείθειν ἕπεσθαι. οἱ δὲ ποιήσαντες ἐκκλησίαν ἀπήγγελλον ταῦτα·

Ο Αισχίνης στον λόγο του Κατά Κτησιφώντος, 3.124:
“τῇ δὲ ἐπιούσῃ ἡμέρᾳ Κόττυφος ὁ τὰς γνώμας ἐπιψηφίξων ἐκκλησίαν ἐποίει τῶν Ἀμφικτυόνων: ἐκκλησίαν γὰρ ὀνομάζουσιν, ὅταν τις μὴ μόνον τοὺς πυλαγόρους καὶ τοὺς ἱερομνήμονας συγκαλέσῃ, ἀλλὰ καὶ τοὺς θύοντας καὶ τοὺς χρωμένους τῷ θεῷ.

Επίσης ο (ψευδο) Απολλόδωρος στο έργο Βιβλιοθήκης Επιτομή, κεφάλαιο 6, 1b:
“Καὶ μετὰ ταῦτα συνελθόντων εἰς ἐκκλησίαν, Ἀγαμέμνων καὶ Μενέλαος ἐφιλονείκουν, Μενελάου λέγοντος ἀποπλεῖν, Ἀγαμέμνονος δὲ ἐπιμένειν κελεύοντος καὶ θύειν Ἀθηνᾷ.”

Στα ελληνικά (Βιβλίο Β’, 4.38) του Ξενοφώντα διαβάζουμε ότι στην Σπάρτη και αλλού, οι έκκλητοι ήταν μια επιτροπή πολιτών που εκλέγονταν για να εισηγηθούν σε ορισμένα ζητήματα.